Tου Kωνσταντινου Zουλα
«Δεδομένου ότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ουδέποτε αρνήθηκαν να σας δώσουν την πολιτική τους στήριξη, μπορείς να μου εξηγήσεις τι ακριβώς θέλει η κυβέρνησή σας, όταν εκείνη είναι που ισχυρίζεται ότι δεν έχει ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης; Και σε κάθε περίπτωση, γιατί εξακολουθεί να «διαφημίζει» το πρόβλημα της χώρας σας διεθνώς;». Τα μάλλον αυτονόητα αυτά ερωτήματα μου έθεσε προ ημερών φίλος δημοσιογράφος από τη Γαλλία και προσπαθεί τις τελευταίες εβδομάδες να αντιληφθεί τη διαπραγματευτική λογική της ελληνικής κυβέρνησης. Δεν έχει άδικο να απορεί. Ο κ. Γ. Παπανδρέου δεν αρκείται εδώ και περίπου δύο μήνες να διατείνεται ότι «οι Ελληνες έχουμε αντιληφθεί το πρόβλημά μας και ότι θα βγούμε μόνοι μας από το αδιέξοδο το οποίο οι ίδιοι δημιουργήσαμε». Σπεύδει σε όλες του τις συναντήσεις και τις διεθνείς συνεντεύξεις να εκπέμψει και ένα εξόφθαλμα αντιφατικό μήνυμα. Αν μπορούσε να κωδικοποιήσει κανείς τα επιχειρήματά του σε μερικές λέξεις θα κατέληγε στην εξής σουρεαλιστική φράση που ευλόγως δυσκολεύεται να κατανοήσει η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Η χώρα μας με λίγα λόγια λέει στους εταίρους μας ότι «εμείς δεν σας ζητάμε χρήματα, αλλά αν δεν μας δώσετε αυτά που δεν σας ζητάμε, θα πάμε να δανειστούμε από το ΔΝΤ, όσα δεν παραδεχόμαστε ότι μας λείπουν»...
Ανεξαρτήτως της απόληξης που θα έχει η σημερινή Σύνοδος Κορυφής, παραμένει άγνωστο ποιος ακριβώς εισηγήθηκε στον πρωθυπουργό την ανεξήγητη αυτή τακτική. Αυτό, ωστόσο, που δεν είναι άγνωστο είναι ότι η έμμεση απειλή ότι η χώρα θα προσφύγει μόνη της στο ΔΝΤ απεδείχθη μέχρι στιγμής άκρως επιζήμια για τον στόχο που υποτίθεται ότι εξυπηρετούσε. Τα περιβόητα σπρεντ αντί να υποχωρήσουν εκτινάχθηκαν και πάλι σε πρωτοφανή επίπεδα εξ ου και υπήρξε άτακτη αναδίπλωση των κυβερνητικών λεονταρισμών.
Πριν από ακριβώς 12 χρόνια η χώρα έδινε τη μάχη να ενταχθεί στην ΟΝΕ και όλοι οι οικονομικοί παράγοντες (διεθνείς και εγχώριοι) γνώριζαν ότι μια «άγραφη», στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, προϋπόθεση ήταν να υποτιμηθεί δραστικά η δραχμή, έναντι του ευρώ. Τέσσερα στελέχη του τότε υπουργείου Οικονομικών ανέλαβαν τη καθοριστική (και φυσικά μυστική) διαπραγμάτευση με τους εταίρους μας για την οριστικοποίηση της τελικής ισοτιμίας. Ακόμη και κορυφαία στελέχη της τότε κυβέρνησης, όπως ο κ. Θ. Πάγκαλος, πληροφορήθηκαν έκπληκτοι την υποτίμηση της δραχμής κατά 14% το μεσημέρι της 14ης Μαρτίου του 1998 μαζί με τους δημοσιογράφους.
Η υπόμνηση της συγκεκριμένης ιστορίας δεν γίνεται τυχαία. Οσοι έχουν ασχοληθεί με την οικονομική διπλωματία εκφράζουν σήμερα την απορία τους όχι μόνον με τη αμφίσημη τακτική της κυβέρνησης, αλλά κυρίως με την εμμονή της να συντηρεί στη διεθνή δημοσιότητα το πρόβλημα της χώρας. Οπως λένε χαρακτηριστικά, «όταν είσαι ο αδύναμος κρίκος για τις διεθνείς αγορές το χειρότερο που μπορείς να κάνεις είναι να το διατρανώνεις δημοσίως και υπερηφάνως»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου